Κυριακή πρωί. Τι πρωί δηλαδή, μεσημέρι. Ξυπνάω, βάζω μια φούτερ και παπούτσια. Κατεβαίνω στο περίπτερο της γειτονιάς μου για να πάρω μια εφημερίδα. Οι κυριακάτικες αραδιασμένες έξω από το περίπτερο. Τις ρίχνω όλες μια ματιά. Έχω μπερδευτεί από τις τόσες προσφορές, τα αποκλειστικά θέματα και τις συνεντεύξεις.
Βλέπω τον περιπτερά -ένα άτομο στην ηλικία μου- να βρίσκεται έξω από το χώρο του και νάναι ανάστατος. Κάτι σιγοψελλίζει, βρίζει για την ακρίβεια κάποιον. "Α, ρε μαλάκα Νίκο, πού είσαι ρε γαμώτο" και κάτι τέτοια. Καταλαβαίνω ότι κάτι του συμβαίνει, ενώ συνεχίζω απτόητος να διαβάζω λαθραία τα πρωτοσέλιδα. Μετά από λίγο και αφού ακολούθησαν κάποια μπινελίκια προς το φίλο του, ο περιπτεράς γυρνάει και μου λέει: "Φίλε, θα προσέχεις λίγο το περίπτερο; Πρέπει να κατουρήσω επειγόντως, γιατί αλλιώς θα σκάσω!". Φυσικά το δέχτηκα και είπα σε ένα-δυο πελάτες που ήρθαν εντωμεταξύ, να περιμένουν ένα λεπτό. Παράλληλα, ήρθε και ο Νίκος. Του λέω "πήγε για κατούρημα ο δικός σου".
Μετά από λίγο εμφανίστηκε ο περιπτεράς από το απέναντι μαγαζί όπου είχε πάει προς ανάγκη του (έτσι μου λύθηκε και η απορία "πού κατουράνε οι περιπτεράδες"!). Πήρα την εφημερίδα μου και εκείνος αφού με ευχαρίστησε με κέρασε μια μπύρα! Του λέω "αν αρχίσω από τώρα τις μπύρες θα πάω κι εγώ για κατούρημα". Γελάσαμε, εκείνος επέμεινε, μου έδωσε μια πράσινη. Κάπως έτσι μου έφτιαξε τη διάθεση! Αθάνατοι Έλληνες... σκέφτηκα.
- η αλήθεια, στα ψέματα.
-
Όχι, δεν με ρώτησε κανείς, αλλά θέλω να μοιραστώ μια ιστορία, μαζί σου,
λίγο σύντομα, λιγάκι προσωπική. Όπως ακριβώς τη νιώθω, ακριβώς όπως τη
σκέφτομαι. Τ...
Πριν από 7 μήνες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου